κατούλου

κατούλου
κάτουλος
cicatrized
masc/fem/neut gen sg
κατουλόομαι
imperf ind act 3rd sg
κατουλόομαι
pres imperat act 2nd sg
κατουλόομαι
imperf ind act 3rd sg (homeric ionic)
κατουλόω
cause to cicatrize
pres imperat act 2nd sg
κατουλόω
cause to cicatrize
imperf ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Κάτουλος, Γάιος Βαλέριος — (Gaius Valerius Catullus, Βερόνα 84; – Σίρμιον 54; π.Χ.). Ρωμαίος ποιητής. Καταγόταν από οικογένεια ευγενών που σχετιζόταν με τον Καίσαρα. Υπήρξε οπαδός των ιδεών του Βαλερίου Κάτωνα και αρχηγός της σχολής των νέων ποιητών, οι οποίοι είχαν… …   Dictionary of Greek

  • βιβλίο — Σύνολο φύλλων χαρτιού, περγαμηνής ή άλλου υλικού, τυπωμένων ή χειρόγραφων, δεμένων μαζί ώστε να αποτελούν έναν τόμο, προορισμένο για κυκλοφορία. Η ιστορία του β. καλύπτει μια περίοδο πάνω από 5.000 ετών και είναι κατά μεγάλο μέρος ιστορία του… …   Dictionary of Greek

  • Βαλέριος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Β. Αντίας (Valerius Antias, 1ος αι. π.Χ.). Ρωμαίος χρονογράφος. Τα Χρονικά του (75 τόμοι) αναφέρονται στην ιστορία της Ρώμης από την κτίση της έως τον θάνατο του Σύλλα. Ο Τίτος Λίβιος και ο Πλούταρχος τον… …   Dictionary of Greek

  • Πολιτσιάνο, Άντζελο — (Poliziano, 1454 – 1494). Ιταλός ουμανιστής. Καταγόταν από την Τοσκάνη. Έζησε και πέθανε στη Φλωρεντία. Σπούδασε ελληνική, λατινική και εβραϊκή φιλολογία, όπου είχε καταπληκτική επίδοση. Ο Π., που υποστηρίχτηκε πολύ από τους Μεδίκους, σε ηλικία… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”